Το δικό μου τέλος στο παρακάτω κείμενο:

http://ebooks.edu.gr/modules/ebook/show.php/DSGYM-A107/391/2583,21826/

είναι:

Ήταν πρωί. Ο παππούς είχε ήδη ξυπνήσει. Από την πόρτα του δωματίου του φάνηκε ο γιος του. Του έδωσε τα πρωινά του φάρμακά του και αφού τον βοήθησε να σηκωθεί από το κρεβάτι του, τον συνόδευσε ως την κουζίνα. Μπαίνοντας στη κουζίνα αντίκρισαν τον Μίσα και τη νύφη του, που τους περίμεναν να φάνε πρωινό όλοι μαζί. Ο παππούς πλέον είχε μείνει άφωνος. Δεν κατάλαβε τι έπαθαν ξαφνικά ο γιος του και η νύφη του. το πρωινό του πέρασε ήσυχα όπως συνήθως και το μεσημέρι δεν άργησε να φτάσει. Η νύφη αφού γύρισε σπίτι και έφτιαξε το φαγητό φώναξε την οικογένεια να πάει στο τραπέζι. Το πιάτο του παππού , τον περίμενε στο τραπέζι και όχι στην ξύλινη θερμάστρα οπού συνήθιζε να βρίσκεται. Καθώς έτρωγαν του παππού του έπεσε από τα χέρια το ποτήρι του και έσπασε όπως το πήλινο πιάτο. Κατατρόμαξε ο παππούς, νόμιζε ότι θα του βάλουν πάλι τις φωνές. Όμως προς μεγάλη του έκπληξη αυτή τη φορά η νύφη του είπε πως δεν πειράζει , του χαμογέλασε και μάζεψε αμίλητη και πολύ ψύχραιμη τα γυαλιά που είχαν σκορπίσει στο πάτωμα.

Additional information